Θεραπείες
Θεραπευτική έγχυση στον καρπό για Σύνδρομο Καρπιαίου Σωλήνα


Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα ανήκει στα σύνδρομα παγίδευσης νεύρων, και αποτελεί το πιο συχνό περιφερικό παγιδευτικό σύνδρομο. Το μέσο νεύρο στην περιοχή του καρπού, βρίσκεται ανάμεσα στους δύο τένοντες των μυών μακρού παλαμιαίου και του κερκιδικού καμπτήρα του καρπού, μέσα στον καρπιαίο σωλήνα. Ο τελευταίος αποτελεί μία θήκη που δημιουργείται από τα οστά του καρπού προς τα κάτω, και τον εγκάρσιο σύνδεσμο του καρπού προς τα πάνω, και γενικά είναι ένας μικρός χώρος όπου εκτός από το μέσο νεύρο , υπάρχουν και όλοι οι καμπτήρες τένοντες, πράγμα που κάνει το χώρο αυτό σχετικά στενό και εύκολα περιορίσιμο.
Προδιαθεσικοί παράγοντες θεωρούνται η παχυσαρκία η εγκυμοσύνη η αρθρίτιδα ο διαβήτης η θυρεοειδοπάθεια. Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν ανευρίσκεται τίποτα από τα παραπάνω , και οι ασθενείς αναφέρουν μόνο έντονη χρησιμοποίηση των χεριών τους με καθημερινές συχνές κινήσεις κάμψης του καρπού. Ιδιαιτέρα συχνά εμφανίζεται στους χρήστες ηλεκτρονικών υπολογιστών, που κάνουν παρατεταμένη χρήση στο «ποντίκι» της συσκευής. Κοινός παρανομαστής όλων των παραπάνω είναι ο περιορισμός του χώρου του καρπιαίου σωλήνα , με αποτέλεσμα την πίεση του μέσου νεύρου.
Τα τυπικά συμπτώματα περιλαμβάνουν μουδιάσματα στον αντίχειρα, τον δείκτη και το μισό παράμεσο δάκτυλο, που στην αρχή έρχονται και φεύγουν, όμως μετά γίνονται μόνιμα , και μπορεί να επεκτείνονται μέχρι και τον αγκώνα, ενώ σε πιο σοβαρές περιπτώσεις υπάρχουν και κινητικά προβλήματα με αποτέλεσμα ο ασθενής να μην μπορεί να κρατήσει πράγματα στο χέρι του. Παρόλο που η κλινική εικόνα είναι τυπική, το ηλεκτρομυογράφημα επιβεβαιώνει τη διάγνωση.
Η έγχυση γίνεται με το χέρι σε υπτιασμό και τον αγκώνα σε έκταση, ενώ προτρέπουμε τον ασθενή να «σφίξει τη γροθιά του», οπότε βλέπουμε πολύ εύκολα τους δύο τένοντες να προβάλλουν , ανάμεσα στους οποίους θα είναι και το σημείο της ένεσης. Αφού γίνει καλή αντισηψία της περιοχής, η βελόνα εισέρχεται κάθετα ,σε βάθος 0,5-1 cm , και σ αυτό το σημείο ο ασθενής μας αναφέρει ότι μουδιάζει. Αποτραβιέται λίγο η βελόνα και κατόπιν χορηγείται το φάρμακο (συνήθως τοπικό αναισθητικό με ή χωρίς κορτιζόνη). Οι βελόνες που χρησιμοποιούμε είναι πολύ λεπτές, και ο όγκος του φαρμάκου που χορηγείται πολύ μικρός (1-2 ml ).